Πίσω

Adáma – Ποια η σημασία της συμμετοχικής διαδικασίας;

Γενικά

Τα τελευταία χρόνια, το ζήτημα της ποιότητας της σύγχρονης δημοκρατίας απασχολεί όλο και πιο συχνά τον δημόσιο διάλογο. Κορυφαίοι στοχαστές επισημαίνουν πως η αδυναμία των προσφερόμενων πολιτικών προγραμμάτων και ιδεολογιών να προσφέρουν βιώσιμες λύσεις στα σύνθετα κοινωνικά προβλήματα θα πρέπει να οδηγήσει σε  μια ριζική τροποποίηση του μοντέλου λειτουργίας τους.

 Στο πλαίσιο αυτό, τίθεται πλέον στο προσκήνιο το αίτημα για την διεύρυνση της συμμετοχής των πολιτών στην λήψη αποφάσεων. Αναζητώντας λύσεις, κάποιοι ανατρέχουν στο αρχετυπικό περιεχόμενο του όρου δημοκρατία, παραπέμποντας στο μοντέλο της Αθήνας των κλασικών χρόνων (Mogens Herman Hansen, 2005). Άλλοι, όπως ο Habermas, προτείνουν εναλλακτικά μια «διαβουλευτική δημοκρατία» με τη μορφή μιας ιδανικής διακυβέρνησης όπου η νομιμότητα μιας απόφασης στηρίζεται, πέρα από την εκλογική διαδικασία, στην ύπαρξη διαβούλευσης, στην οποία θα πρέπει να μπορούν να συμμετάσχουν όλοι όσους αφορά η απόφαση (Habermas, 1998). Ιδιαίτερα σημαντική στην κατεύθυνση αυτή είναι η συμβολή της Arnstein που υποστήριξε πως κάθε πραγματικά συμμετοχική διαδικασία θα πρέπει να διασφαλίζει πως όλοι οι πολίτες- και ιδιαίτερα οι μη έχοντες-διαθέτουν πραγματική δύναμη να επηρεάσουν το αποτέλεσμά τους (Arnstein, 1969)

 Ενώ η θεωρητική συζήτηση αναφορικά με το ακριβές περιεχόμενο και την τελική μορφή ενός τέτοιου εγχειρήματος συνεχίζεται, το ενδιαφέρον στρέφεται πλέον στην έμπρακτη εφαρμογή αυτής της επιδίωξης στην καθημερινότητα των πολιτών. Το έργο «Adáma», το οποίο πραγματοποιήθηκε στην Ελευσίνα από την εταιρεία πολιτιστικής παραγωγής και διαχείρισης MENTOR και εντάσσεται στο πλαίσιο της δράσης EIT Community New European Bauhaus του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Καινοτομίας και Τεχνολογίας (ΕΙΤ), συνιστά μια απόπειρα ενεργοποίησης των κατοίκων της περιοχής προκειμένου να διαμορφωθεί από κοινού, μέσω μιας σειράς συμμετοχικών δράσεων, ένα βιώσιμο σχέδιο εύρεσης λύσεων σε μια σειρά  τοπικών περιβαλλοντικών ζητημάτων.

Ευθυγραμμισμένο με τις αξίες του New European Bauhaus, μιας νέας δημιουργικής και διεπιστημονικής πρωτοβουλίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης που συνδέει την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία με το περιβάλλον μας και τα βιώματά μας σε αυτό, το αναπτύχθηκε σε τρεις φάσεις που είχαν διαδοχικά ως στόχο την «συν-αναγνώριση» των περιβαλλοντικών προβλημάτων της Ελευσίνας, τον «συν-οραματισμό» της κοινωνίας του μέλλοντος και τον «συν-σχεδιασμό» μιας πρότασης αναφορικά με την διασφάλιση μιας καθολικής συμμετοχικότητας, χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις. 

Πιο συγκεκριμένα, κατά την διάρκεια της πρώτης φάσης, πραγματοποιήθηκε διεξοδική έρευνα μεταξύ των κατοίκων της πόλης προκειμένου να καθορίσουν οι ίδιοι τα τρία σημαντικότερα περιβαλλοντικά ζητήματα που θεωρούν πως αντιμετωπίζουν καθημερινά.

Η δεύτερη φάση προέβλεπε τόσο εφαρμογή της τεχνικής του bodystorming, μέσω της πραγματοποίησης τριών θεματικών περιπάτων, ενός για κάθε περιβαλλοντικό πρόβλημα που τέθηκε στην προγενέστερη φάση, όσο και συνεδριών κοινωνιοδράματος που προάγουν την ενσυναίσθηση. Για να διασφαλιστεί η πολυσυλλεκτικότητα,  στις δράσεις αυτές κλήθηκαν ποικίλες οργανώσεις πολιτών όπως η EcoEleusis, η Ποδηλατική Ελευσίνας, ο Σύλλογος Εργατικών Κατοικιών «Νέα Ελβετία», εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης, της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ομάδες μειονοτήτων κά.  

Τέλος, στην τρίτη φάση πραγματοποιήθηκε ανοιχτός διάλογος με βάση την μεθοδολογία του World Café, έτσι ώστε να συζητηθούν τα ζητήματα που είχαν προκύψει. Κύριο μέλημα των διοργανωτών ήταν να διασφαλίσουν την ελεύθερη και ισότιμη συμμετοχή όλων των συμμετεχόντων, διαμορφώνοντας τις κατάλληλες συνθήκες για μια ουσιαστική ανταλλαγή απόψεων από την οποία διαφάνηκαν στην πράξη μια σειρά πιθανών λύσεων στις σύνθετες περιβαλλοντικές προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η πόλη της Ελευσίνας.   Η συνολική αποτίμηση και των τριών φάσεων του «Adáma» επιβεβαιώνει την επιτυχημένη ολοκλήρωση των αρχικών στόχων του σχεδίου. Αναζητώντας ήδη υπάρχοντα τοπικά δίκτυα οργάνωσης πολιτών και απευθυνόμενο σε αυτά, προκειμένου να αναγνωρίσει τα προβλήματα που απασχολούν τις τοπικές κοινωνίες, κατόρθωσε, σε πρώτο επίπεδο, να διατυπώσει έγκυρες προτάσεις αναφορικά με τον επανακαθορισμό του φυσικού χώρου και του κοινωνικού χαρακτήρα της πόλης της Ελευσίνας. Επιπλέον, λειτουργώντας  επιτελεστικά, απέδειξε πως μπορεί να λειτουργήσει ως πρότυπο μετατόπισης της διαχείρισης βιώσιμων πολιτιστικών πρακτικών από έναν στενό κύκλο εμπειρογνωμόνων, που καταλαμβάνουν τα κέντρα εξουσίας, σε μια ευρύτερη βάση που διασφαλίζει την ευρύτερη συμμετοχή των πολιτών στο πλαίσιο αναζήτησης ενός πιο συμπεριληπτικού μοντέλου δημοκρατίας.