Το έργο «Γνωρίζουμε την πόλη» σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε από την ομάδα της MENTOR, στο πλαίσιο της συνάντησης “Πολιτισμός 2030” της Ελευσίνας 2023 – Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης, με σκοπό οι συμμετέχοντες να γνωρίσουν από κοντά την πολυδιάστατη πραγματικότητα της Ελευσίνας μέσα από περιπάτους που συνδέονταν τόσο με την ιστορία της πόλης όσο και με τη σημερινή της κατάσταση. Το έργο αποτελεί ένα πρότυπο για το πώς οι τοπικές πολιτιστικές διαδρομές μπορούν να μετατρέψουν τον αστικό χώρο σε έναν δυναμικό χώρο μάθησης και συνδιαλλαγής. Στόχος του έργου ήταν να προωθήσει μια προσιτή, ζωντανή, πράσινη, και προνοητική πολιτιστική πολιτική. Οι παρεμβάσεις αυτού του είδους εντάσσονται στο πλαίσιο μιας "δημιουργικής πόλης", όπου ο πολιτισμός δεν βρίσκεται στο περιθώριο, αλλά αποτελεί κινητήριο μοχλό της κοινωνικής και οικονομικής της ζωής.
Κατά τις ανοιχτές συζητήσεις του έργου «Γνωρίζουμε την πόλη», οι συμμετέχοντες μίλησαν ανοιχτά για τις προκλήσεις της καθημερινότητας σε μια πόλη που φέρει το βάρος της βιομηχανοποίησης. Πολλοί τόνισαν την ανάγκη επανασύνδεσης με τον δημόσιο χώρο, την πρόσβαση στο παραλιακό μέτωπο και την ενίσχυση των περιοχών πρασίνου. Εξέφρασαν παράλληλα την απογοήτευσή τους για την απουσία ουσιαστικών κρατικών παρεμβάσεων και τη δυσλειτουργία της διοίκησης.
Ωστόσο, το πιο ελπιδοφόρο μήνυμα που αναδείχθηκε, ήταν η πίστη ότι η αλλαγή μπορεί να προέλθει από τη βάση – από τους ίδιους τους πολίτες. Η ανάγκη για ενημέρωση, για κοινές στρατηγικές κινήσεις, για συσπείρωση γύρω από κοινά προβλήματα, αποτυπώθηκε ξεκάθαρα. Οι συμμετέχοντες αναγνώρισαν πως μόνο μέσα από την ενεργή συμμετοχή, την ανταλλαγή εμπειριών και την από κοινού αναγνώριση των προκλήσεων μπορεί να προκύψει μια νέα προοπτική για την πόλη.
Το έργο πέτυχε να ενισχύσει την κοινωνική συνοχή της πόλης, να φέρει κοντά τους πολίτες και να θέσει τα θεμέλια για μια πιο ανθεκτική και δίκαιη αστική ζωή. Η πόλη έγινε, μια ζωντανή πολιτισμική οντότητα, ένα σημείο συνάντησης, ακρόασης και συλλογικής πρωτόλειας δημιουργίας. Ένας τόπος συνάντησης όπου τα μέλη της κοινότητας μοιράζονται κοινές εμπειρίες ενισχύοντας τη μεταξύ τους ενότητα. Ένας τόπος ασφαλής όπου η κοινότητα μπορεί να επικυρώσει ή να απορρίψει πληροφορίες.
Οι θεματικές πολιτιστικές διαδρομές, που συνδυάζουν περιπάτους, αφηγήσεις, συμμετοχικές δραστηριότητες, ιστορίες κρυμμένες στον αστικό ιστό, προφορικές μαρτυρίες και τοπικές παραδόσεις, αναδεικνύουν τις μνήμες της κοινότητας, ενδυναμώνουν τους κοινωνικούς δεσμούς μεταξύ των μελών της και ενισχύουν την βιωσιμότητα και την ανθεκτικότητα της πόλης. Η βιωσιμότητα σε αυτό το πλαίσιο νοείται πρωτίστως ως κοινωνική και πολιτισμική -ικανή να εμπνεύσει και να κινητοποιήσει τοπικές δυνάμεις και να μετατρέψει τις πόλεις σε "εργαστήρια δημιουργικής σκέψης".
Ταυτόχρονα, η ενεργός εμπλοκή των πολιτιστικών φορέων στην ανάπτυξη και παραγωγή πολιτιστικών προϊόντων – όπως γαστρονομικές εμπειρίες, θεματικά δρώμενα, εκπαιδευτικά πακέτα, εκδόσεις, εφαρμογές περιήγησης ή τοπικά χειροτεχνήματα – προσφέρει ουσιαστικά στον εμπλουτισμό της εμπειρίας των επισκεπτών, δημιουργεί νέες ευκαιρίες για την τοπική οικονομία και ενισχύει τη βιώσιμη ανάπτυξη των πόλεων και των κοινοτήτων. Η σύνδεση πολιτιστικής παραγωγής με την τοπική ταυτότητα, την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα αποτελεί βασικό άξονα για τις δημιουργικές οικονομίες που ενισχύουν την αυτονομία των τοπικών κοινωνιών.
Το έργο «Γνωρίζουμε την πόλη» θέτει στη βάση του την παραδοχή πως η πολιτιστική κληρονομιά είναι ζωντανή, αλληλεπιδραστική, και ενδυναμώνει την κοινωνική συνοχή της πόλης. Σε όλη τη διαδικασία, ο χώρος της πόλης λειτουργεί ως ένας τόπος συνάντησης όπου τα μέλη της κοινότητας μοιράζονται κοινές εμπειρίες, ενισχύοντας τη μεταξύ τους ενότητα. Η πόλη ενεργοποιείται ως "σκηνή της καθημερινότητας", όπου οι πολίτες μετατρέπονται από παθητικοί θεατές σε συνδιαμορφωτές του πολιτισμικού τοπίου.
Η εμπειρία στην πόλη της Ελευσίνας προσφέρει πολύτιμες γνώσεις και μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για άλλες πόλεις που επιδιώκουν την ενδυνάμωση της τοπικής κοινωνίας μέσα από την ενεργή συμμετοχή της στο σχεδιασμό του κοινού μέλλοντος.
Η υιοθέτηση αυτού του μοντέλου σε άλλες πόλεις θα μπορούσε να δημιουργήσει βιώσιμα μοντέλα πολιτιστικής διαχείρισης που συνδέουν την ιστορική μνήμη με τη σύγχρονη κοινωνία και ενισχύουν τη δημιουργική αυτονομία των τοπικών φορέων. Αυτό που διακυβεύεται δεν είναι απλώς η διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά η καλλιέργεια ενός συλλογικού οράματος για το μέλλον, όπου ο πολιτισμός λειτουργεί ως καταλύτης για κοινωνική φαντασία, καινοτομία και συμμετοχικότητα.